top of page

Ιστορία

   Σκύλος των Πελασγών

Greek Terracota, Louvre Museum
Online Publications
Gear
Contact Us

 

Καταγωγή: 

από τα Νεολιθικά χρόνια στην εποχή του χαλκού

 

Η εξημέρωση του σκύλου στον ελλαδικό χώρο χρονολογείται από την προ-κεραμική νεολιθική εποχή, η οποία ξεκίνησε στην Ελλάδα την 7η χιλιετία π.Χ. Υπάρχουν επίσης σημαντικές ενδείξεις από τους πρώτους υστεροπαλαιολιθικούς και πρώιμους νεολιθικούς οικισμούς στην Ελλάδα [Ασκηταριό, Μακρίγυαλος Πιερίας, Προμαχών, Σέσκλο, Διμήνι κ.α.] στην Βουλγαρία [Topolnica], και άλλες τοποθεσίες στη Σερβία που στηρίζουν την υπόθεση πώς συνέβη τοπικό γεγονός εξημέρωσης στην περιοχή μεταξύ της ένατης και της έβδομης χιλιετίας Π.Κ.Χ.
 
Οστά μικρόσωμων σκύλων όπως αυτοί που περιγράφονται ως σκύλοι της τύρφης (Canis familiaris palustris, επί λέξει από το λατινικό palustris: του έλους) βρέθηκαν στα παλαιότερα στρώματα των προαναφερθέντων νεολιθικών οικισμών. Το γεγονός ότι αυτοί οι ελλαδικοί οικισμοί και τα ευρήματα ειναι κατά πολύ παλαιότεροι των αντίστοιχων κεντροευρωπαϊκών, επιτρέπει τη λογική υπόθεση ότι ο πρόγονος των ευρωπαϊκών φυλών τύπου Σπιτς (που θεωρείται πως είναι ο Canis familiaris palustris Rütimeyer) δεν πρωτοεμφανίστηκε στην κεντρική Ευρώπη αλλά στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια. Αυτό είναι κάτι που μπορεί πλέον και επιβάλλεται να εξετασθεί και εργαστηριακά, με την μελέτη του γονιδιώματος των Αλωπεκίδων. 
Η αρχαιότερη απεικόνιση προέρχεται από την μεταπαλαιολιθική/νεολιθική εποχή (3000 π.Χ., Νεολιθική Ελλάδα). Πρόκειται για εγχάρακτο πίθο από την Θεσσαλία που φέρει σκαρίφημα με το χαρακτηριστικό περίγραμμα της Αλωπεκίδος και βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας. Το εύρημα αυτό τοποθετεί τις Αλωπεκίδες σαν φαινότυπο στην ίδια ιστορική περίοδο και γεωγραφική περιοχή με τους Πελασγούς. Πρόκειται για την αρχαιότερη απεικόνιση σκύλου στον ελλαδικό χώρο. Παρόμοιο εύρημα βρέθηκε επίσης και στο Ασκηταριό Ραφήνας και χρονολογείται από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (2500-2100 π.Χ.).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μεγάλη πίθος με εγχάρακτη παράσταση σκύλου, τρίτη χιλιετία ΠΚΕ, αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών. 

 

Κατάταξη

Κυνολογικά, σύμφωνα με την πλέον ευρείας αποδοχής ταξινόμηση (της Διεθνούς Κυνολογικής Ομοσπονδίας), οι Αλωπεκίδες, βάσει φαινοτύπου, κατατάσσονται στους πρωτόγονους σκύλους: έχουν οι περισσότερες όρθια ( ή ημιόρθια) αυτιά, σφηνοειδές σχήμα κεφαλής, κανονική οδοντοστοιχία και μεσόμορφη, συμμετρική κατασκευή - σωματότυπο, με ουρά που σχηματίζει τόξο ή ημικύκλιο. Το σώμα τους είναι εύρωστο και η μορφολογία τους υποδεικνύει ένα φυσικό – αρχαϊκό τύπο σκύλου, προγονικό / αρχετυπικό των μεταγενέστερων κεντροευρωπαϊκών σπιτζ και τεριέ (φωλεοδυτών) μικρού-μεσαίου μεγέθους. Ο σκύλος της Πομερανίας που αναφέρεται ως καταγόμενος από σκύλους της αρχαίας Δαλματίας - Ιλλυρίας και της νήσου Μελίτης (Mljet / Μλιετ) στην Αδριατική [5], η οποία ήταν ελληνική μέχρι τον 12ο αιώνα, είναι κατά πάσα πιθανότητα απόγονος Αλωπεκίδων και Μελιταίων Κυνιδίων. 

Η κυνηγετική ικανότητα των Αλωπεκίδων είναι επιπλέον ένδειξη συγγένειας με τα μικρόσωμα πρωτόγονα σκυλιά αυτής της κατηγορίας [πέμπτη ομάδα, Σπιτς & Πρωτόγονοι Σκύλοι, υποομάδα έκτη, Πρωτόγονου τύπου, στην κατάταξη της Διεθνούς Κυνολογικής Ομοσπονδίας (Δ.Κ.Ο)], τα οποία καλλιεργήθηκαν σε άλλες μεσογειακές περιοχές μετά την άνθηση των ελληνικών αποικιών (Δεύτερος ελληνικός αποικισμός) στη νότια Ιταλία, την Σικελία, την Μάλτα, την Κυρηναϊκή, την Κορσική, την Ιβηρική Χερσόνησο και τις Βαλεαρίδες νήσους [η ονομασία του μικρόσωμου coniller de menorca ή Ca de conills, που καλλιεργήθηκε στις Βαλεαρίδες, τις οποίες οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Γυμνήσιες & Πιτυούσες (πευκώδεις) νήσους, προερχόμενη από την ελληνική λέξη κόνικλος (κουνέλι), είναι ενδεικτική]. 

Αυτή η υπόθεση υποστηρίζεται επιπλέον από την ύπαρξη στην Κρήτη ενός μικρού τύπου παρόμοιου με την κυρίως Αλωπεκίδα, στη μορφολογία και τη χρήση, ως σκύλος κυνηγιού και χρησιμότητας, που στη σύγχρονη εποχή ονομάζεται Βενετάκι (πιθανώς από τα Λατινικά: venaticus = κυνηγετικός, καθώς η Κρήτη βρισκόταν υπό ενετική κατοχή από το 1212 έως το 1669). Στην αρχαιότητα αυτός ο σκύλος ήταν πιθανώς πανομοιότυπος με τον τύπο που ονομαζόταν Κυναμολγός (cynomolgus = σκύλος που αμέλγει (αρμέγει / θηλάζει) στο "Ονομαστικόν" του Πολυδεύκους (2ος αιώναςμ.Χ).
 
Είναι πιθανό να μοιράζονται κάποια καταγωγή, μαζί με το Κρητικό Λαγωνικό, από τον μικρότερο και πιο λεπτόγραμμο Αιθιοπικό Λύκο (Canis simensis) και ίσως ακόμη και από τα νότια υπο-είδη Canis simensis citernii, παρά από τα προγονικά είδη του μεγαλύτερου και βαρύτερου Γκρίζου λύκου (Canis lupus). 

Απέναντι: Ασκός από τερρακόττα σε σχήμα ξαπλωμένου σκύλου τύπου Αλωπεκίδας, από τη Βοιωτία, Ελλάδα, 2ος-1ος αιώνας π.Χ. 

 

 

 

 

 

 

Large pithos from Athens Museum with eng

Τύπος & ιδιαιτερότητες

 

Οι Αλωπεκίδες αντιπροσωπεύουν έναν τύπο που χρονολογείται από την πρό εξειδίκευσης εποχή, καθώς συνδυάζουν θηρευτικά, ποιμενικά και προστατευτικά ένστικτα και άλλα πρωτόγονα χαρακτηριστικά μορφολογίας και συμπεριφοράς. Το απόσπασμα από τον Κτησία, που αναφέρεται από τον Ιούλιο Πολυδεύκη, σχετικά με τους Κυναμολγούς κύνες της Κρήτης είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, καθώς αναφέρεται σε σκύλους που συνυπήρχαν με αγέλες βουβάλων / βοοειδών, θήλάζανμάλιστα από τις αγελάδες και ανταγωνίζονταν / έλεγχαν ταύρους. Είναι πιθανό οι απόγονοι αυτών των σκύλων να ταξίδεψαν στη Βόρεια Ευρώπη με τους Έλληνες, τους Ρωμαίους, τους Κέλτες και αργότερα τους Ρομά (σύμφωνα με λαϊκές παραδόσεις) και συνέβαλαν σε φυλές όπως το Ουαλικό Κόργκι και το Λάνκασαϊρ Χήλερ. Οι πρόγονοι των τελευταίων λέγεται ότι είχαν μεταφερθεί στη Βρετανία από τους Ρωμαίους. Το γεγονός ότι αυτές οι φυλές είναι οι μόνες (μαζί με τις Αλωπεκίδες) μικρού μεγέθους σύγχρονες ευρωπαϊκές φυλές που ειδικεύονται στην καθοδήγηση βοοειδών (τα σκυλιά βοοειδών είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία πολύ μεγαλύτερα και μολοσσοειδή / τύπου μαστίφ), είναι αρκετά αξιοσημείωτο από μόνο του. Θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ως πρόσθετη ένδειξη, εκτός από τις προφανείς φυσικές ομοιότητες, ότι υπάρχει ένα κοινό γενετικό υπόβαθρο, κοινή προσαρμογή και εξειδίκευση του ποιμενικού ένστικτου και στις τρεις αυτές φυλές, που ίσως προέρχεται αρχικά από τις ανατολικές περιοχές της Κρήτης (όπου υπήρχαν βιότοποι ιδανικοί για βουβάλια), δεδομένης της ιδιαίτερης σημασίας της λατρείας των ταύρων στην αρχαία ιστορία του νησιού. Τα ταυροκαθάψια (ταυρομαχίες), ήταν μια πολύ ιδιαίτερη και ενδιαφέρουσα, πιθανότατα λατρευτική μορφή γυμναστικής επίδειξης που εκτελούνταν από νεαρούς ακροβάτες και ταύρους στην αρχαία Κρήτη. Η αναφορά του Κτησία δημιουργεί το ερώτημα αν συμπεριλαβάνονταν σκύλοι στην προετοιμασία για το αγώνισμα αυτό, ή αν χρησιμοποιούνταν σκύλοι για τον έλεγχο ταύρων που ήταν πολύ επιθετικοί κατά τη διάρκεια των αγώνων ή των προπονήσεων. Σύμφωνα με μια πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά που καταγράφηκε από την Ελληνική Εταιρεία για την Προστασία και Διάσωση Αυτόχθονων Αγροτικών και Οικόσιτων Ζώων «Αμάλθεια», υπήρχε μέχρι πρόσφατα μια οικογένεια Αλωπεκίδων που χρησιμοποιούνταν για τη συνοδεία και καθοδήγηση κοπαδιών από βουβάλια στη Βόρεια Ελλάδα. Μία από τις περιοχές όπου ο τύπος εξακολουθεί να συνυπάρχει με βουβάλια (τα οποία ήρθαν στην Ελλάδα με τα Περσικά στρατεύματα εισβολής κατά την διάρκεια των ελληνοπερσικών πολέμων, μεταξύ 499 και 449 π.Χ.) είναι οι Σέρρες, προπύργιο των Αλωπεκίδων. Οι σκύλοι αυτοί εξακολουθούν να εξυπηρετούν επίσης ως συνοδοί, κοπάδια προβάτων, αιγών και βοοειδών επίσης, σε άλλα μέρη της χώρας, μέχρι σήμερα.
 

Παραδοσιακοί ρόλοι & χαρακτήρας 

e and character[edit]

Οι πληθυσμοί Αλωπεκίδων υπήρχαν μέχρι πρόσφατα σχεδόν παντού στην Ελλάδα. Μερικές από τις παραδοσιακές τους χρήσεις ήταν η απομάκρυνση αρουραίων, ποντικών, φιδιών και άλλων επιβλαβών, καθώς και η προστασία των πουλερικών, όπως κοτόπουλα και πάπιες, και κουνελιών, από αλεπούδες, ασβούς, νυφίτσες, κουνάβια κλπ. Λόγω μικρού μεγέθους, οι Αλωπεκίδες άνετα μπορούν να περάσουν τη νύχτα στον ορνιθώνα, αποτρέποντας εισβολείς. Συνεργάζονται επίσης πολύ καλά με τους μεγαλύτερους σκύλους φύλακες κοπαδιών και τα τσοπανόσκυλα στο χωριό, το αγρόκτημα, το μαντρί και τα βοσκότοπια. Είναι ένας εξαιρετικά ευφυής, ταχύς και γενναίος προειδοποιητικός φύλακας, σκληροτράχηλος και πολύ ισχυρός για το μέγεθός του σκύλος, με αξιοσημείωτη ευελιξία και αστραπιαίες αντιδράσεις. Πριν από τη μαζική εισαγωγή ξένων φυλών στην Ελλάδα (που ξεκίνησε τη δεκαετία του '70 και του '80), η συντριπτική πλειονότητα των μικρών σκύλων σε αστικές και αγροτικές περιοχές ήταν Αλωπεκίδες και απόγονοι των Μελιταίων Κυνίδιων (σύγχρονη ονομασία "Κοκόνι").

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  Μπρούτζινο αγαλματίδιο σκύλου, 318-450 ΠΚΕ. (Πηγή

 

«Στην Επίδαυρο, το ιερό αφιερωμένο στον Ασκληπιό, τον αρχαίο ελληνικό θεό της ιατρικής, ιερά σκυλιά (και φίδια) λέγεται ότι έγλυφαν τις πληγές των προσκυνητών που πήγαιναν στο ναό για να θεραπευτούν. Μια επιγραφή που βρέθηκε σε ανάθημα αναφέρει ότι όγκος στο λαιμό ενός αγοριού επουλώθηκε όταν ένα από τα σκυλιά του ναού τον έγλυψε.

 

Αυτός ο εκλεκτός σκύλος που εικονίζεται μπορεί επίσης να συνδέεται με την αρχαία ιατρική. Το αγαλματίδιο βρέθηκε πρόσφατα (στη Βρεττανία) σε ανασκαφή περισσότερων από 30 χειροποίητων αντικειμένων, τα οποία - με εξαίρεση τον σκύλο - ήταν σκόπιμα σπασμένα, λέει ο αρχαιολόγος Kurt Adams. Ο σκύλος απεικονίζεται με τη γλώσσα του να προεξέχει - είτε λαχανιάζοντας, είτε, λέει ο Adams, πιθανότατα, έτοιμος να γλύψει. Είναι πιθανό το εύρημα να συνδέεται με ένα κέντρο λατρείας όχι πολύ μακριά από το σημείο όπου βρέθηκε. «Οι αναπαραστάσεις σκύλων που γλύφουν είναι πολύ σπάνιες και συχνά συνδέονται με την επούλωση», λέει ο Adams. «Είναι δελεαστικό να υποθέσουμε συνδέσεις με τον κοντινό ρωμαϊκό ναό στο Λίδνεϊ, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον Νόντενς, έναν θεό του κυνηγιού, της θάλασσας και, κυρίως, το σημαντικότερο εν προκειμένω, της θεραπείας και της επούλωσης".

Roman-Dog-Statue.jpg
Terracotta askos in the shape of dog.jpg

 Αγαλματίδιο Αλεποειδούς σκύλου που μεταφέρει κουτάβι, Ελλάδα 500 - 475 ΠΚΕ

bottom of page